Του
Τάσου Σαραντή
Με επιστολές προς τη διευθύντρια του
Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο και τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο
Ντράγκι, η περιβαλλοντική οργάνωση WWF θέτει επιτακτικά την κρίσιμη
περιβαλλοντική διάσταση των πολιτικών και μέτρων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο
του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής.
Η
επιστολή υπογράφεται από τον Τόνι Λονγκ, διευθυντή του Γραφείου Ευρωπαϊκής
Πολιτικής του WWF, και τον Δημήτρη Καραβέλλα, διευθυντή του WWF Ελλάς.
Κατάργηση
νομοθεσίας και αδιαφάνεια
«Από
το 2010, οπότε τέθηκε σε εφαρμογή το πρώτο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής,
γινόμαστε μάρτυρες μιας σημαντικής απώλειας πολιτικών και νομοθεσίας για την
προστασία του περιβάλλοντος και υποβάθμισης της ποιότητας ζωής συνολικά. Η
σαρωτική κατάργηση της νομοθεσίας για το περιβάλλον, η εντεινόμενη ανασφάλεια
δικαίου, η αδιαφάνεια σε σχέση με το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος των
μέτρων λιτότητας, η συνεχής αποδυνάμωση των ήδη αδύναμων μηχανισμών και
υπηρεσιών περιβαλλοντικής διαχείρισης και ελέγχου, και η απουσία συνεκτικού
πλαισίου για μια ζωντανή οικονομία, είναι το ανυπολόγιστο κόστος των μέτρων που
έχουν επιβληθεί έως σήμερα», σημειώνεται στην επιστολή.
«Με
νομιμοποιητικό πρόσχημα την κρίση, η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε μiα σειρά
νομοθετικών πρωτοβουλιών που υποβαθμίζουν διαρκώς το περιβάλλον. Ταυτόχρονα με
την κοινωνική και οικονομική κρίση, μια ακόμη, η περιβαλλοντική, εξελίσσεται σε
δραματικούς τόνους. Πιο συγκεκριμένα, η πολιτική που εφαρμόζεται, στο πλαίσιο
της οικονομικής προσαρμογής, προωθεί:
Τη
συνεχή υποβάθμιση του καθεστώτος περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
Την
υποβάθμιση του καθεστώτος διατήρησης προστατευόμενων φυσικών βιοτόπων (όπως τα
εθνικά πάρκα και οι περιοχές Natura 2000.
Τον
αποχαρακτηρισμό οικολογικά πολύτιμων δασικών και παράκτιων εκτάσεων.
Τη
δίχως τέλος και χωρίς καμία περιβαλλοντική μέριμνα νομιμοποίηση παράνομων
κατασκευών, ακόμα και μέσα σε προστατευόμενες περιοχές.
Τη
συνεχή άρνηση του κράτους να εισπράξει τα ανυπολόγιστου ύψους εκατομμύρια ευρώ
από πρόστιμα για την ανέγερση αυθαιρέτων στην παράκτια ζώνη και σε δασική γη.
Την
ιδιωτικοποίηση οικολογικά σημαντικών και νομικά προστατευόμενων περιοχών μέσω
του ΤΑΙΠΕΔ, πολλές από τις οποίες είναι χαρακτηρισμένες ως Natura 2000, με
κατεύθυνση την ανάπτυξη παραθεριστικών κατοικιών και τουριστικών εγκαταστάσεων.
Την
εκ βάθρων αναθεώρηση του πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού, ώστε να επιτραπεί η
ταχεία έγκριση μεγάλων επενδύσεων, κυρίως στον τομέα του τουρισμού, σε αντίθεση
με τους ειδικούς ή τοπικούς κανόνες χρήσεων γης και προστασίας της φύσης».
«Η
πρόσφατη ανακοίνωση από το Υπουργείο Οικονομικών σχεδίου νόμου για τον αιγιαλό
και την παραλία πυροδότησε μια ήδη εκρηκτική κατάσταση ανησυχίας και οργής για
τη συνεχή απώλεια περιβαλλοντικών κεκτημένων. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το
οποίο αποτελεί δέσμευση της Ελλάδας στο πλαίσιο του Προγράμματος, επιτρέπει τη
σαρωτική υποβάθμιση της παράκτιας ζώνης, προκρίνοντας ένα μοντέλο τουριστικής
ανάπτυξης που βασίζεται στην κατασκευή μεγάλων τουριστικών συγκροτημάτων και
τουριστικών χωριών. Oμως, σε άλλες χώρες της Μεσογείου, όπως η Ισπανία, αυτό το
μοντέλο έχει αποδειχθεί περιβαλλοντικά καταστροφικό και οικονομικά μη βιώσιμο»,
αναφέρεται στην επιστολή.
http://www.efsyn.gr/